-
1 περι-στεφής
περι-στεφής, ές, umkränzt, umgeben; ὁρῶ περιστεφῆ κύκλῳ πάντων ὅσ' ἐστὶν ἀνϑέων ϑήκην πατρός, Soph. El. 883; χώρα ὄρεσι π., Plut. Fab. M. 6, – κισσός, Eur. Phoen. 654, akt.
См. также в других словарях:
ήλιος — (Ηelianthus annus). Μονοετές φυτό της οικογένειας των δικοτυλήδονων συνθέτων. Η επιστημονική του ονομασία είναι ηλίανθος ο ετήσιος. Κατάγεται από την Κεντρική Αμερική, αλλά διαδόθηκε και καλλιεργείται σε διάφορες χώρες κυρίως για τον εδώδιμο… … Dictionary of Greek